η ταυτότητά μας

η ταυτότητά μας

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

ρεβάνς του Κυριάκου για λογαριασμό του επίτιμου




Είκοσι τρία χρόνια μετά την ανατροπή της κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη από τις δυνάμεις του κρατισμού

ο γυιος του έχει την ευκαιρία να πάρει μία μεγάλη ρεβάνς –έργο εξαιρετικά δύσκολο και επικίνδυνο συνάμα





Ο Δανός
τότε αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Χέννινγκ Κριστόφερσεν καθώς και άλλοι κορυφαίοι διεθνείς παράγοντες, αναγνωρίζουν ότι η κυβέρνηση του Κων. Μητσοτάκη την περίοδο 1990-1993 υπήρξε η πιο μεταρρυθμιστική στην Ελλάδα από τότε που η χώρα μας αποφάσισε να ενταχθεί στην σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αυτό σήμερα το αναγνωρίζει και ο καλός συνάδελφος Γιάννης Παπαδογιάννης στο βιβλίο του «Από το Μεγάλο Πάρτι στην Χρεοκοπία» (εκδ. Παπαδόπουλος), όπου γράφει, μεταξύ άλλων, και τα εξής πολύ ενδιαφέροντα:

«Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ξεκίνησε ένα πρωτοφανές σε μέγεθος και εύρος μεταρρυθμιστικό εγχείρημα, το οποίο ερχόταν σε έντονη αντίθεση με την εξαιρετικά αδύναμη κοινοβουλευτική δύναμη της κυβέρνησής του.

»Είναι γνωστό ότι ο τότε πρωθυπουργός σχημάτισε κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1990 με την στήριξη 152 βουλευτών. Παρά την ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχώρησε με δυναμισμό, επιχειρώντας να νοικοκυρέψει τα δημόσια οικονομικά και να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Το εγχείρημα Μητσοτάκη δεν είχε προηγούμενο στην μεταπολίτευση, επιδιώκοντας να αλλάξει τα πάντα με μία προσέγγιση τύπου σοκ και δέος. Το σχέδιό του για την έξοδο από την κρίση στηριζόταν σε δύο σκέλη: την σταθεροποίηση-εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών και την ανάπτυξη της οικονομίας μέσω της απελευθέρωσης των δυνάμεων της αγοράς και τον περιορισμό του δημόσιου τομέα.

»Στις προγραμματικές δηλώσεις, στις 24 Απριλίου 1990, ο νέος πρωθυπουργός υπογράμμιζε την βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση που διαπερνά όλα τα επίπεδα και τους τομείς της κοινωνίας μας. Αφού αναφέρθηκε στην αξιοσημείωτη πρόοδο για την ενοποίηση της Ευρώπης, υπογράμμισε ότι το Δημόσιο έχει χρεοκοπήσει. Είναι υπερχρεωμένο κα δανείζεται για να καλύπτει μισθούς και συντάξεις. Οι δανειακές ανάγκες μας για φέτος υπερβαίνουν το 29% του ΑΕΠ.


»Το τριετές πρόγραμμα σταθεροποίησης προέβλεπε αύξηση των φορολογικών εσόδων και περιστολή δαπανών μέσω της μείωσης των δημοσίων υπαλλήλων κατά 10%, την μείωση των πραγματικών μισθών στον δημόσιο τομέα, την δραστική περικοπή των επιδοτήσεων των προβληματικών επιχειρήσεων, καθώς και των επιχορηγήσεων για την κάλυψη των ελλειμμάτων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης. Παράλληλα, με αφετηρία την πεποίθηση ότι η αλόγιστη και αντιπαραγωγική επέκταση του δημόσιου τομέα σε βάρος της ιδιωτικής πρωτοβουλίας ήταν η σοβαρότερη αιτία στασιμότητας και ακαμψίας στις δομές της ελληνικής οικονομίας, επιχείρησε μεγάλης κλίμακας αποκρατικοποιήσεις. Ουσιαστικά, ο Μητσοτάκης επιχείρησε να υλοποιήσει ένα μνημόνιο εγχώριας εμπνεύσεως 20 χρόνια πριν το επιβάλουν στην χώρα οι δανειστές. Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης ήταν σαρωτικές…».

Από αυτά που προηγούνται γίνεται όλο και πιο ανάγλυφη η αποκρουστική και ολέθρια για την χώρα επιρροή των ελίτ της παρακμής, που είναι τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα, οι κρατικές συντεχνίες και οι κλεπτοκρατικοί μηχανισμοί της ελληνικής γραφειοκρατίας.

Όλο αυτό το πλέγμα της ανομίας, της οργανωμένης αρπαγής και λεηλασίας, παρά την οξύτατη κρίση που το ίδιο δημιούργησε και συνεχώς πυροδοτεί, φυσικόν είναι να μην παραδώσει τα όπλα. Θα αντισταθεί λυσσωδώς σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις και είναι λάθος να πιστεύεται ότι η παρούσα κυβέρνηση είναι εχθρική προς αυτό. Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Η εξουσία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το τροφοδοτεί, το στηρίζει και επιδιώκει να τού προσφέρει και νέα ερείσματα. Κατά συνέπεια, την νύφη θα συνεχίσουν να την πληρώνουν τα πιο ευάλωτα στρώματα, με τις συντεχνιακές ελίτ να παραμένουν στο απυρόβλητο και την ανάπτυξη να παραμένει άπιαστο όνειρο.

Μέσα σε αυτό το καφκαϊκό περιβάλλον δυσωδίας και παρακμής, μοναδική ελπίδα για την χώρα είναι η άνοδος στο πολιτικό προσκήνιο πολιτικών που πραγματικά θέλουν να κάνουν μεταρρυθμιστικό έργο.

Ένας από αυτούς, θεωρητικά, είναι ο υποψήφιος για την προεδρία της Νέας Δημοκρατίας, πρώην υπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, φορέας επίσης και μίας σημαντικής πολιτικής παράδοσης της νεώτερης Ελλάδας. Όμως, ο υποψήφιος για την ηγεσία της κεντροδεξιάς έχει και μία ιστορική ρεβάνς να πάρει απέναντι σε ένα μεταρρυθμιστικό έργο που ο πατέρας του προσπάθησε να πραγματοποιήσει αλλά τελικά κάμφθηκε από τον συντεχνιακό κρατισμό και τον τότε άκρατο εθνικοσοσιαλιστικό λαϊκισμό.

Αυτόν ακριβώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κληθεί, ως αξιωματική αντιπολίτευση, να αντιμετωπίσει –τόσον εκτός όσον και εντός του κόμματός του. Κατά συνέπεια, ως πρόεδρος της ΝΔ θα κληθεί να βρει νέους συμμάχους, απομακρύνοντας από το κόμμα του όλα αυτά τα στοιχεία που χρόνια τώρα δεν αντιπροσωπεύουν τίποτε περισσότερο από έναν διαπλεκόμενο κρατισμό με μπλε χρώματα.

Η μάχη θα είναι σκληρή και το τελικό αποτέλεσμα αβέβαιο. Από την έκβασή του, όμως, πολλά, μα πάρα πολλά, θα εξαρτηθούν ως προς το μέλλον της χώρας.

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

πηγή kourdistoportocali.com